Σαν σήμερα 7 Ιανουαρίου του 2009 έφυγε από τη ζωή η Μαρία Δημητριάδη, από μια σπάνια αρρώστια των πνευμόνων. Ήταν 58 χρονών.
Μια παρουσία σπάνια για τα καλλιτεχνικά δεδομένα της χώρας, έντιμη, αξιοπρεπής, σεμνή, ασυμβίβαστη, συνεπής και πιστή στο σύστημα αξιών της, έξω από κυκλώματα, από life style και λοιπό σκουπιδαριό.
Γι’ αυτό άλλωστε και την αγαπάμε. Για όλα αυτά. Και για τα τραγούδια της, βέβαια.
Μας λείπει…
Το πρώτο τραγούδι το ερμήνευσε στην αρχή σχεδόν της καριέρας της το 1972, στην ταινία: «Αναζήτηση» του Κλέαρχου Κονιτσιώτη. Η ταινία ήταν χαζή, αλλά η μουσική του Σπανού και η φωνή της Δημητριάδη υπέροχη (και το τραγούδι είναι μια από τις ωραιότερες ελληνικές μπαλάντες).
Το βίντεο είναι από: iradelfi
Σ’ αναζητώ
Μουσική: Γιάννης Σπανός
Στίχοι: Αλέξης Αλεξόπουλος
Ερμηνεία: Μαρία Δημητριάδη
Σ' αναζητώ,
μες στην πόλη τριγυρνώ,
σκοτάδι πυκνό,
ντύνομαι τον ουρανό.
Γύρω πόρτες κλειστές,
ίδιες όπως χθες και προχθές,
ώρες άδειες, μόνες, φριχτές,
κι όμως σ' αναζητώ.
Σ' αναζητώ,
μες στο πλήθος να σε βρω,
κι αργά περπατώ,
να σ' αγγίξω δε μπορώ.
Σε φωνάζω δειλά,
πρόσωπα σβησμένα, θολά.
ποιος σωπαίνει, ποιος μου μιλά.
Θά 'ρθεις, σ' αναζητώ.
Στίχοι: Αλέξης Αλεξόπουλος
Ερμηνεία: Μαρία Δημητριάδη
Σ' αναζητώ,
μες στην πόλη τριγυρνώ,
σκοτάδι πυκνό,
ντύνομαι τον ουρανό.
Γύρω πόρτες κλειστές,
ίδιες όπως χθες και προχθές,
ώρες άδειες, μόνες, φριχτές,
κι όμως σ' αναζητώ.
Σ' αναζητώ,
μες στο πλήθος να σε βρω,
κι αργά περπατώ,
να σ' αγγίξω δε μπορώ.
Σε φωνάζω δειλά,
πρόσωπα σβησμένα, θολά.
ποιος σωπαίνει, ποιος μου μιλά.
Θά 'ρθεις, σ' αναζητώ.
Το δεύτερο τραγούδι είναι από το δίσκο του Θάνου Μικρούτσικου: «Πολιτικά τραγούδια», που κυκλοφόρησε το 1976. Κάθε λέξη του επίκαιρη σήμερα. Λες και γράφτηκε για την Ελλάδα του 2010. Και γράφτηκε από έναν Γερμανό! Φοβερέ Biermann! «Και τι θα χάναμε χωρίς αυτούς όλους, τους Γερμανούς τους προφεσόρους…» Έλα ντε;
Το βίντεο είναι από: jimakos61
Αυτούς τους έχω βαρεθεί
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Στίχοι: Βολφ Μπίρμαν
Ερμηνεία: Μαρία Δημητριάδη
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Στίχοι: Βολφ Μπίρμαν
Ερμηνεία: Μαρία Δημητριάδη
Τις κρύες γυναίκες που με χαϊδεύουν,
τους ψευτοφίλους που με κολακεύουν,
που απ τους άλλους θεν παλικαριά
κι οι ίδιοι όλο λερώνουν τα βρακιά,
σ αυτήν την πόλη που στα δυο έχει σκιστεί,
τους έχω βαρεθεί.
Και πέστε μου αξίζει μια πεντάρα,
των γραφειοκρατών η φάρα,
στήνει με ζήλο περισσό,
στο σβέρκο του λαού χορό,
στης ιστορίας τον χοντρό το κινητή,
την έχω σιχαθεί.
Και τι θα χάναμε χωρίς αυτούς όλους,
τους Γερμανούς τους προφεσόρους,
που καλύτερα θα ξέρανε πολλά,
αν δεν γεμίζαν ολοένα την κοιλιά,
υπαλληλίσκοι φοβητσιάρηδες, δούλοι παχιοί,
τους έχω βαρεθεί.
Κι οι δάσκαλοι της νεολαίας γδαρτάδες,
κόβουν στα μέτρα τους τους μαθητάδες,
κάθε σημαίας πλαισιώνουν τους ιστούς,
με ιδεώδεις υποτακτικούς,
που είναι στο μυαλό νωθροί,
μα υπακοή έχουν περισσή,
τους έχω βαρεθεί.
Κι ο παροιμιώδης μέσος ανθρωπάκος,
κέρδος ποτέ μα από παθήματα χορτάτος,
που συνηθίζει στην κάθε βρωμιά,
αρκεί να έχει γεμάτο τον ντορβά
κι επαναστάσεις στ όνειρά του αναζητεί,
τον έχω βαρεθεί.
Κι οι ποιητές με χέρι υγρό,
υμνούνε της πατρίδας τον χαμό,
κάνουν με θέρμη τα στοιχειά στιχάκια,
με τους σοφούς του κράτους τα χουνε πλακάκια,
σαν χέλια γλοιώδικα έχουν πουληθεί,
τους έχω σιχαθεί.
Κι οι ποιητές με χέρι υγρό,
υμνούνε της πατρίδας τον χαμό,
κάνουν με θέρμη τα στοιχειά στιχάκια,
με τους σοφούς του κράτους τα χουνε πλακάκια,
σαν χέλια γλοιώδικα έχουν πουληθεί,
τους έχω σιχαθεί.
Σαν χέλια γλοιώδικα έχουν πουληθεί,
τους έχω σιχαθεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου